Παρασκευή 3 Απριλίου 2015 στις 20.30

Προβολή της ταινίας "Εδώ κι αλλού" & συζήτηση


Η ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ

ΤΗΣ «ΟΜΑΔΑΣ ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ»

ΓΑΛΛΙΑ | 1968-1974 | 4 ΔΟΚΙΜΙΑ

ΠΡΟΒΟΛΕΣ & ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ

Μετά τον Μάη του '68, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ, στο αποκορύφωμα της διασημότητάς του και (ήδη από το 1966) σε μια προσπάθεια να δραπετεύσει από το modus operandi του εμπορικού κινηματογράφου, ασκώντας μέσα από τις ταινίες του οξεία κριτική στους κανόνες αναπαράστασης του αστικού θεάματος και διερευνώντας επίμονα τα προβλήματα της μπρεχτικής αισθητικής, έχοντας από το 1967 σκηνοθετήσει ταινίες που αντανακλούν την έντονη μαρξιστική και μαοϊκή επίδραση που είχε δεχτεί από το κίνημα εκείνης της περιόδου στη Γαλλία, παραιτείται από τον ρόλο του «δημιουργού» και υιοθετεί εκείνον του «εργάτη του κινηματογράφου», προσπαθώντας εις το εξής να κάνει ταινίες με συλλογικό τρόπο. Η Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ, την οποία ιδρύει μαζί με άλλους νέους κινηματογραφιστές, γεννιέται ως απάντηση στην ανάγκη «να δημιουργηθεί ένας νέος πυρήνας που δεν κάνει πολιτικό σινεμά, αλλά προσπαθεί να κάνει πολιτικό σινεμά με πολιτικό τρόπο» (Ζ-Λ. Γκοντάρ).

Το όνομα της ομάδας αποτίει φόρο τιμής στον πρωτοπόρο σοβιετικό κινηματογραφιστή, διεκδικώντας έτσι την πολιτογράφησή της στην ιστορία ενός κινηματογράφου που δείχνει (δεν αναπαριστά) τον κόσμο στο όνομα των προλετάριων. Ο Γκοντάρ δεν εμπνεόταν μόνο από την αισθητική θεωρία του μοντάζ που ανέπτυξε ο Βερτόφ, αλλά και από το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι του έργου του αποτελούνταν από κινηματογραφικά επίκαιρα, ειδήσεις χαραγμένες στο φιλμ. Αυτό ακριβώς ήταν το όνειρο του Γκοντάρ που δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα: να γίνει δημιουργός δελτίων ειδήσεων για την τηλεόραση, να εκπαιδεύσει ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο κοινό σε μια πολιτική οικονομία και ιστορία των εικόνων.

Βασικός συνομιλητής του Γκοντάρ εκείνη την περίοδο είναι ο διανοούμενος Ζαν-Πιερ Γκορέν (μαθητής των Αλτουσέρ, Φουκό και Λακάν). Στην Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ συμμετέχουν επίσης οι Ζεράρ Μαρτέν, Ναταλί Μπιγιάρ, Αρμάν Μαρκό, Ζαν-Ανρί Ροζέ και Πολ Μπιρόν. Εκμεταλλευόμενη τη φήμη του Γκοντάρ, η ομάδα χρηματοδοτεί τις ταινίες της ως παραγγελίες μεγάλων τηλεοπτικών δικτύων της Ευρώπης, που συχνά αρνούνταν να τις προβάλουν όταν έβλεπαν το τελικό αποτέλεσμα.

Τον Οκτώβρη του 1969, στο 5ο τεύχος του περιοδικού Cinéthique, η Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ διά στόματος Ζαν-Λικ Γκοντάρ συνοψίζει το εγχείρημά της: «Κατά την προβολή μιας ιμπεριαλιστικής ταινίας, η οθόνη πουλά στο θεατή τη φωνή του Κράτους-Αφέντη: η φωνή κολακεύει, καταστέλλει ή ξυλοκοπεί. Κατά την προβολή μιας ρεφορμιστικής ταινίας, η οθόνη είναι απλώς το μεγάφωνο από το οποίο βγαίνει μια φωνή που κάποτε είχε την εντολή του λαού, αλλά δεν είναι πια η φωνή του λαού, καθώς ο λαός παρακολουθεί σιωπηλός το ίδιο του το πρόσωπο παραμορφωμένο. Κατά την προβολή μιας στρατευμένης ταινίας, η οθόνη δεν είναι παρά ένας μαυροπίνακας στον οποίο γράφονται οι εικόνες και οι ήχοι που παράγονται από τη συγκεκριμένη ανάλυση μιας συγκεκριμένης κατάστασης, δηλαδή της ταξικής πάλης. Μπροστά σε αυτή την οθόνη, ο λαός σκέφτεται, μαθαίνει, μάχεται, ασκεί κριτική και μεταμορφώνεται».

Οι «ταινίες-μαυροπίνακες» της Ομάδας Τζίγκα Βερτόφ μοιάζουν σήμερα να απεικονίζουν εξισώσεις που παρέμειναν άλυτες, ερωτήσεις που αιωρούνται αναπάντητες, πειράματα που κατέληξαν σε σύγχυση και αμφιβολία. Στις τέσσερις ταινίες που περιλαμβάνει αυτό το αφιέρωμα, θα επανέλθουμε στα πολιτικά/κινηματογραφικά εγχειρήματα της ομάδας στην Αγγλία (British Sounds, 1969), την Τσεχοσλοβακία (Pravda, 1969) και την Ιταλία (Αγώνες στην Ιταλία, 1970), καταλήγοντας στην Παλαιστίνη, με την ταινία που δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί παρά δύο χρόνια μετά τη διάλυση της ομάδας (Εδώ κι αλλού, 1974).

Οι ταινίες θα προβληθούν με ελληνικούς υπότιτλους. Το πέρας κάθε προβολής θα ακολουθεί συζήτηση.

ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ

Μία ταινία σαν τις άλλες (Un film comme les autres, 1968)

Ανατολικός άνεμος (Le Vent d'est, 1969)

British Sounds (1969)

Pravda (1969)

Αγώνες στην Ιταλία (Lotte in Italia, 1970)

Βλαντιμίρ και Ρόζα (Vladimir et Rosa, 1970)

Letter to Jane (1972)

Εδώ κι αλλού (Ici et ailleurs, 1974)

Παρασκευές στις 8:30 μμ // Είσοδος ελεύθερη

Αγαθουπόλεως 65 & Αχαρνών, Αθήνα // Ιουστινιανού 24, Θεσσαλονίκη

kontra_ekdiloseis@eksegersi.gr

www.eksegersi.gr

~ Παρασκευή 06/03/2015 ~

PRAVDA

(Δυτική Γερμανία - Γαλλία, 1969, 58')

Σενάριο, Σκηνοθεσία, Μοντάζ: Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ (Ζαν-Λικ Γκοντάρ, Ζαν-Ανρί Ροζέ, Πολ Μπιρόν)

Παίζουν: Βέρα Χιτίλοβα

Παραγωγή: Centre Européen, Cinéma-Radio-Télévision (CECRT)

Η ρωσική λέξη του τίτλου της ταινίας σημαίνει «αλήθεια», ήταν όμως παράλληλα και το όνομα της επίσημης εφημερίδας της ΕΣΣΔ, καθώς και o τίτλος της σειράς κινηματογραφικών επικαίρων του Τζίγκα Βερτόφ (Kino-Pravda). Με παράνομα γυρίσματα τον Απρίλη του 1969 στην Τσεχοσλοβακία, η Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ επιτίθεται στον «σοσιαλισμό» της χώρας μέσω ενός φανταστικού κινηματογραφικού γράμματος του Βλαντιμίρ (Λένιν) προς τη Ρόζα (Λούξεμπουργκ). Η ταινία υπερασπίζεται τη μαοϊκή κριτική στο ρεβιοζιονισμό, σύμφωνα με την οποία οι χώρες που βαφτίστηκαν σοσιαλιστικές υπό τη σοβιετική επιρροή κατάντησαν χώρες ενός κρατικού καπιταλισμού. Μια σειρά μέτρων καταστροφικών που πάρθηκαν, μια σειρά μέτρων σωτήριων που δεν πάρθηκαν, σε μια εντεινόμενη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, την οποία οι κινηματογραφικές εικόνες αναπαράγουν, έστω και άθελά τους.

Οι κινηματογραφιστές ασκούν έτσι κριτική στην ίδια τους την πρακτική, θεωρώντας ότι τα γυρίσματα που έκαναν στην Τσεχοσλοβακία ήταν «ούτε λίγο ούτε πολύ ένα είδος "πολιτικού τουρισμού" (...) εικόνες και ήχοι καταγεγραμμένοι σύμφωνα με την παλιά καλή ταξινόμηση της αστικής ιδεολογίας, στη οποία υποτίθεται ότι εναντιωνόμαστε».

Και εξηγούν: «... το τελικό μοντάζ συντίθεται κι αυτό από τρία μέρη: Α. Τετριμμένη έρευνα στην Τσεχοσλοβακία. Τα αληθή μικρογεγονότα. Μια σοσιαλιστική χώρα που κάνει διαφημίσεις για την Panam και την Olivetti, κ.λπ. Εν ολίγοις, μια άρρωστη χώρα. Β. Το όνομα της αρρώστιας: ο ρεβιζιονισμός. (...) Γ. Το μέσο για τη θεραπεία αυτής της αρρώστιας: ο μαρξισμός-λενινισμός. Το καθήκον μας ως μαρξιστές-λενινιστές κινηματογραφιστές: να ξεκινήσουμε να βάζουμε αληθινούς ήχους πάνω σε ψευδείς εικόνες. Ήχους που είναι αληθινοί γιατί προέρχονται από επαναστατικούς αγώνες. Εικόνες που είναι ακόμα ψευδείς γιατί παράγονται στο πεδίο της ιμπεριαλιστικής ιδεολογίας.»

(Αποσπάσματα από κείμενο που μοιράστηκε σε προβολή της ταινίας στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού τον Φλεβάρη του 1970).

~ Παρασκευή 13/03/2015 ~

BRITISH SOUNDS

(British Sounds / See you at Mao, Αγγλία, 1970, 52')

Σενάριο, Σκηνοθεσία: Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ (Ζαν-Λικ Γκοντάρ, Ζαν-Ανρί Ροζέ)

Φωτογραφία: Τσαρλς Στιούαρτ

Ήχος: Φρεντ Σαρπ

Μοντάζ: Ελίζαμπεθ Κόζμιαν, Κριστίν Άγια

Παραγωγή: Kestrel Productions για τη London Weekend Television (LWT)

Το 1969, η London Weekend Television αναθέτει στον Ζαν-Λικ Γκοντάρ τη δημιουργία μιας ταινίας. Tο British Sounds προκύπτει από τη συνεργασία του Γκοντάρ με τον Ζαν-Ανρί Ροζέ. Η ταινία δομεί και αποδομεί τη σχέση της εικόνας και του ήχου, δημιουργώντας μεταξύ τους διαλεκτικές συγκρούσεις που επιδιώκουν να μεταφέρουν στο πεδίο του κινηματογράφου την ταξική πάλη, αλλά και την κατάσταση του εργατικού κινήματος στη Βρετανία στα τέλη της δεκαετίας του '60. Εικόνες και ήχοι αντιπαρατίθενται σε μια αέναη μάχη, τη μάχη μεταξύ αλήθειας και πλάνης. Η λονδρέζικη τηλεόραση αρνήθηκε να προβάλει την ταινία μόλις ολοκληρώθηκε και αρκέστηκε να μεταδώσει μόνο κάποια αποσπάσματα.

«Δεν υπάρχει στην αναπαράσταση μια στιγμή που εισέρχεται η υπεραξία; Όταν αναπαράγουμε την πραγματικότητα, δεν υπάρχει σε αυτό υπεραξία; Η μαρξιστική έννοια της υπεραξίας δεν είναι ένα καλό όπλο για να αγωνιστούμε έναντια στην αστική έννοια της αναπαράστασης; (...) Υπάρχει μια επιστήμη των εικόνων, σύντροφοι, ας αρχίσουμε να την οικοδομούμε. Ιδού κάποια κλειδιά: υλισμός/διαλεκτική, ντοκιμαντέρ/μυθοπλασία, απελευθερωτικός πόλεμος/λαϊκός πόλεμος, βίωμα-συναίσθημα/πολιτική δουλειά».

(Ζαν-Λικ Γκοντάρ, για την Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ, Cinéthique, τεύχος 5, Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 1969).

~ Παρασκευή 27/03/2015 ~

ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

(Lotte in Italia, Ιταλία - Γαλλία, 1970, 60')

Σενάριο, Σκηνοθεσία, Μοντάζ: Ομάδα Τζίγκα Βερτόφ (Ζαν-Λικ Γκοντάρ, Ζαν-Πιέρ Γκορέν)

Ηθοποιοί: Κριστιάνα Τούλιο-Αλτάν, Πάολο Ποτζέζι, Ζερόμ Ανστέν, Αν Βιαζέμσκι

Παραγωγή: Anouchka Films/ Cosmoseion για την Radiotelevisione Italiana (RAI)

Ζ-Π. Γκορέν: Το Αγώνες στην Ιταλία είναι μια ταινία για τη μεταμόρφωση μιας νέας γυναίκας η οποία στην αρχή δηλώνει ότι δραστηριοποιείται στο επαναστατικό κίνημα και ότι είναι μαρξίστρια. Η ταινία αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος, όταν μιλά, ανακαλύπτουμε σταδιακά ότι δεν είναι και τόσο μαρξίστρια όσο δηλώνει. Η αστική ιδεολογία στιγματίζει κάποιες όψεις της ζωής της. Στα επόμενα δύο μέρη της ταινίας, προσπαθούμε να εξηγήσουμε πώς συνέβη αυτό. Οπότε, όλη η ταινία συντίθεται από αντανακλάσεις κάποιων εικόνων του πρώτου μέρους. (...)

Ζ-Λ. Γκοντάρ: Συνειδητοποιεί λίγο-λίγο ότι ακόμα κι όταν έλεγε: «είμαι μαρξίστρια, μάχομαι ενάντια στην αστική ιδεολογία» μιλούσε με την ίδια φωνή που μιλά ο εχθρός της. Προσπαθεί να βρει πώς να καταπολεμήσει αυτή τη φωνή και πώς αυτή η φωνή εισβάλλει στη ζωή της.

Ζ-Π. Γκορέν: Στο πρώτο μέρος, αυτό που ξαφνιάζει πιο πολύ τον θεατή είναι η εισβολή της μαύρης οθόνης στον λόγο της γυναίκας. Το δεύτερο μέρος θέτει τα ερωτήματα: «Γιατί αυτές οι μαύρες οθόνες; Στη θέση τίνος πράγματος εμφανίζεται το μαύρο; Ποιος οργάνωσε αυτές τις μαύρες οθόνες; Ποιος τις παρέμβαλε στη ροή του λόγου της;» Λίγο-λίγο, αυτές οι μαύρες οθόνες αντικαθίστανται από άλλες, που είναι οι πραγματικές σχέσεις παραγωγής. Δηλαδή το πραγματικό κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο που καθορίζει την ιδεολογία και ο τρόπος που αυτό χειρίζεται τα πράγματα.

Ζ-Λ. Γκοντάρ: Η αρχική φράση που η γυναίκα επαναλαμβάνει, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, είναι ο ορισμός μαρξιστικής βάσης ότι η κοινωνική ύπαρξη των ανθρώπων καθορίζει τις σκέψεις τους. Στο δεύτερο μέρος, βλέπει με νέο τρόπο αυτή τη θεώρηση, αργότερα όμως συνειδητοποιεί τι πραγματικά σημαίνει. (Take One, τεύχος 10, Μάρτης 1971)

Ανάθεση της ιταλικής τηλεόρασης RAI, η οποία πλήρωσε για την ταινία αλλά αρνήθηκε να την προβάλει, η ταινία γυρίστηκε σχεδόν όλη στο Παρίσι και συγκεκριμένα στο διαμέρισμα του Γκοντάρ. Οι σεκάνς του εργοστασίου γυρίστηκαν στο Ρουμπέ και μόνο κάποια πλάνα γυρίστηκαν στην Ιταλία για να δείξουν το εργοστάσιο της Fiat. Η ταινία ήταν το ξεκίνημα της συνεργασίας των Γκοντάρ και Γκορέν με τον Αρμάν Μαρκό, ο οποίος παρέμεινε ο διευθυντής φωτογραφίας της ομάδας μέχρι τη διάλυσή της.

~ Παρασκευή 03/04/2015 ~

ΕΔΩ ΚΙ ΑΛΛΟΥ

(Ici et ailleurs, Γαλλία, 1974, 53')

Σενάριο, Σκηνοθεσία: Ζαν-Λικ Γκοντάρ, Ζαν-Πιέρ Γκορέν, Αν-Μαρί Μιεβίλ

Φωτογραφία: Ουιλιάμ Λουμπτσαντσκί

Μοντάζ: Αν-Μαρί Μιεβίλ

Μουσική: Ζαν Σβαρτς

Αφηγητής: Ζαν-Λικ Γκοντάρ

Παραγωγή: Sonimage / Gaumont

«Το να έρθουμε να γυρίσουμε μια ταινία εδώ, δεν είναι για να δώσουμε μαθήματα, αλλά για να πάρουμε μαθήματα από ανθρώπους που είναι πιο προχωρημένοι από εμάς. Προσπαθώ να χρησιμοποιήσω τις τεχνικές γνώσεις μου για να εκφράσω τις ιδέες της παλαιστινιακής επανάστασης. (...) Δεν αναζητούμε εικόνες που να προκαλούν αίσθηση. Όλες αυτές οι εικόνες έχουν ήδη γυριστεί από την αμερικανική τηλεόραση CBS και την ORTF. Προσπαθούμε να κάνουμε μια πολιτική ανάλυση της παλαιστινιακής επανάστασης. Δεν εκπαιδευτήκαμε ποτέ να παρουσιάζουμε πολιτικές εικόνες. Είμαστε ακόμα στην αρχή. Αυτή η ταινία θέτει έναν διπλό στόχο. 1. Να βοηθήσει τους ανθρώπους που παλεύουν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο στη χώρα τους, ενάντια στον ιμπεριαλισμό. 2. Να παρουσιάσει ένα νέο κινηματογραφικό είδος. Ένα είδος πολιτικής μπροσούρας». (Συνέντευξη του Ζαν-Λικ Γκοντάρ στον Μισέλ Γκαρέν, L'Express, 27 Ιούλη 1970).

Με ανάθεση από την Κεντρική Επιτροπή Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και με αυτές τις προθέσεις ξεκίνησε μια ταινία, της οποίας ο τίτλος επρόκειτο να ήταν: «Μέχρι τη νίκη» - το πλέον φιλόδοξο εγχείρημα της Ομάδας Τζίγκα Βερτόφ. Μετά από τα πρώτα γυρίσματα στο παλαιστινιακό στρατόπεδο στο Αμμάν της Ιορδανίας το 1970, η ομάδα επιστρέφει στη Γαλλία. Όμως τότε ξεκινά ο Μαύρος Σεπτέμβρης. Όλοι οι Παλαιστίνιοι που είχαν συμμετάσχει στα γυρίσματα της ταινίας, σφαγιάζονται. Το εγχείρημα παγώνει, ενώ δύο χρόνια μετά η ομάδα Τζίγκα Βερτόφ διαλύεται. Το 1974, ο Γκοντάρ επιστρέφει μαζί με την Αν-Μαρί Μιεβίλ στις εικόνες εκείνης της ταινίας που δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί. Το εγχείρημα μεταμορφώνεται σε ένα στοχασμό πάνω στο πώς ο κινηματογράφος καταγράφει την ιστορία, πώς η πολιτική σκέψη συνδέεται με τις δομές της μυθοπλασίας, μέσα από δύο αντιτιθέμενες πραγματικότητες. Εδώ: η ασφαλής και εφησυχασμένη ζωή μιας μεσοαστικής οικογένειας Γάλλων. Εκεί: η Παλαιστινιακή Αντίσταση.

www.eksegersi.gr

πηγή : http://www.eksegersi.gr/%CE%95%CF%80%CE%B9%CE...