Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019 στις 16.00

2 καλέσματα : 1 2

Γλέντι οικονομικής ενίσχυσης για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων απολυμένων

Εργατικός αγώνας / υπόθεση κουτουρούκι,

για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους

Στα χανιά τον μάρτη του 2015, άρχισε ένας εργατικός αγώνας 4 εργαζομένων, που απολύθηκαν από το μεζεδοπωλείο κουτουρούκι τον νοέμβριο του 2014, μετά από 1,5 χρόνο δουλειάς και κάποιων μετά από 2 χρόνια.

Όλα ξεκίνησαν τον δεκέμβρη του 2013, όταν η εργοδότρια ενοχλήθηκε γιατί όλοι οι εργαζόμενοι ζήτησαν το δώρο χριστουγέννων. Σε αυτό το σημείο άρχισαν οι δικαιολογίες και η θυματοποίηση της αφεντικίνας με ανυπόστατους ισχυρισμούς, ότι δήθεν δεν έχει χρήματα και ότι θα τα καταβάλλει, όταν θα μπορεί. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι και τον νοέμβρη του 2014 και χωρίς να έχει καταβληθεί τίποτα από όσα δικαιούνταν οι εργαζόμενοι πέραν του ωρομίσθιου, που έπαιρναν καθημερινά, με τις ίδιες δικαιολογίες και κλάψες. Εκείνο το μήνα θα ήταν η πρώτη φορά που θα έκλεινε το μαγαζί για 4 μήνες, με τη δέσμευση ότι θα ξαναδούλευαν οι ίδιοι εργαζόμενοι αλλά και ότι θα τους καταβάλλονταν αυτά που ζητούσαν. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Και δεν έφτανε μόνο αυτό, παρά αποφάσισε να μην επαναπροσλάβει 5 από τους εργαζόμενους, που επέμεναν στις διεκδικήσεις τους. Μετά από αυτές τις εξελίξεις οι απολυμένοι κατέφυγαν στην επιθεώρηση εργασίας.

Κινηματικές παρεμβάσεις, δημοσιοποίηση και νομική οδός.

Παράλληλα με την προσφυγή στην επιθεώρηση εργασίας, ως μέτρο πίεσης στην εργοδότρια για την επαναπρόσληψη των απολυμένων, την καταβολή των δεδουλευμένων, αλλά και τη δημοσιοποίηση του ζητήματος, οργανώθηκαν 3 παρεμβάσεις στο κατάστημα, μοιράστηκαν κείμενα που γράφτηκαν από τους ίδιους τους εργαζόμενους αλλά και από αλληλέγγυους, και κολλήθηκαν αφίσες, που άνοιγαν το ζήτημα κουτουρούκι αλλά και γενικότερα της βαριάς τουριστικής βιομηχανίας στην πόλη των Χανίων. Μια βιομηχανία που, ανεξάρτητα από το πόσοι εργαζόμενοι απασχολούνται στην εκάστοτε επιχείρηση, εναλλακτική ή μη, στοχεύει στο γρήγορο και συμπυκνωμένο κέρδος και στο διάβα της ισοπεδώνει εργασιακά δικαιώματα, ανθρώπινες αντοχές και αξιοπρέπειες, με το επιχείρημα των μεγάλων μεροκάματων, ντυμένο με το μανδύα της οικογένειας. Το κουτουρούκι δεν ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα, αλλά ο ίδιος ο κανόνας και η εργοδότρια αναγνωρίζοντας την θέση της, επέλεξε συνειδητά να μη καταβάλλει τα δεδουλευμένα, αλλά ούτε να επαναπροσλάβει τους απολυμένους.

Η επιλογή της δημοσιοποίησης του ζητήματος στην πόλη είχε πολλούς στόχους. Πέραν του να ασκηθούν πιέσεις στην αφεντικίνα, έθιγε και τους "νόμους της πιάτσας" που υπάρχουν στον κλάδο του επισιτισμού. ''Νόμους'' που θέλουν την ανασφάλιστη εργασία, τα εξαντλητικά ωράρια, τα ελάχιστα ρεπό και την ανύπαρκτη άδεια να είναι αυτονόητα, στο όνομα της ευημερίας της επιχείρησης του εκάστοτε αφεντικού, δυστυχώς πολλές φορές με την ενσωμάτωση αυτής της λογικής, και από μεγάλο μέρος των εργαζομένων. Έσπαγε με έναν τρόπο τη σιωπή και ερχόταν σε ρήξη με την απειλή που συνηθίζουν να ξεστομίζουν τα αφεντικά, το "δεν θα βρεις δουλειά στα χανιά", αλλά και με τη συνθήκη του "έτσι είναι, άμα σου αρέσει, τόσος κόσμος ψάχνει για δουλειά", που συνηθίζεται στο ξεκίνημα της εργασίας σε ένα κατάστημα και στέλνει στα σκουπίδια τα εργασιακά δικαιώματα και τους αγώνες που έχουν δοθεί. Τέλος έφερνε στην επιφάνεια αυτό το δίπολο "επιλογών" του εργαζόμενου, που προσφέρεται απλόχερα από τους εργοδότες, να δουλεύει με τους όρους του αφεντικού ή να μη δουλεύει καθόλου. Και είναι ο εκβιασμός αυτός, που υφίσταται ο καθένας και η καθεμία που ψάχνει για δουλειά.

Έτσι η επιλογή της νομικής διεκδίκησης των δεδουλευμένων, πέραν της οικονομικής αποκατάστασης των 4 απολυμένων, είχε σαν σκοπό την ενημέρωση-παρότρυνση και άλλων εργαζομένων να οργανωθούν απέναντι στα αφεντικά και να διεκδικήσουν ό,τι τους αναλογεί. Μιας και τα «καλοπληρωμένα 5 ευρώ την ώρα», όταν δεν δίνονται δώρα, επιδόματα κτλ, σύμφωνα με απλούς υπολογισμούς, αλλά και με την επιθεώρηση εργασίας, δεν καλύπτουν ούτε τα νόμιμα του κατώτατου μισθού ενός ανειδίκευτου εργάτη. Η προώθηση των συνδικαλιστικών κεκτημένων που μπαίνουν εμπόδιο στην εκμετάλλευση των εργαζομένων από μικρά ή μεγάλα αφεντικά και η παρακαταθήκη που αφήνουν τέτοιοι αγώνες είναι αναπόσπαστο κομμάτι των εργατικών διεκδικήσεων.

Προσπάθεια τρομοκράτησης των απολυμένων, αγωγές, μηνύσεις και άλλα.

Στη συνέχεια η εργοδότρια έκανε αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά τα αφεντικά. Ξεκίνησε ένα βρώμικο πόλεμο με ψέματα που αναρτούσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με βραδινά απειλητικά τηλεφωνήματα από τους δικηγόρους της, με μηνύσεις στην αστυνομία και με αγωγή κατά των απολυμένων που αξιώνει 40.000 ευρώ για συκοφαντική δυσφήμιση. Έφτασε στο σημείο να πηγαίνει από μαγαζί σε μαγαζί για να ενημερώσει τα υπόλοιπα αφεντικά για τις διεκδικήσεις των απολυμένων και σε όποια μαγαζιά δούλευαν εργαζόμενοι που στάθηκαν αλληλέγγυοι και παρευρέθηκαν στις παρεμβάσεις, συμβούλευε τους εργοδότες τους να προσέχουν γιατί θα τους κάνουν τα ίδια. Ό,τι αναλογεί δηλαδή σε ένα αφεντικό που γνωρίζει την ταξική του θέση και δεν διαφέρει σε τίποτα από τα υπόλοιπα, επειδή απλά εκμεταλλεύεται 10 και όχι 100 εργαζόμενους. Είναι ακριβώς αυτή η λογική της υπεραξίας που λαμβάνεται στις πλάτες των άλλων, και όταν κάποιοι τολμούν να διεκδικήσουν αυτά που δικαιούνται, τα αφεντικά το βαφτίζουν εκβιασμό.

Όλα αυτά λοιπόν στόχευαν στην τρομοκράτηση των απολυμένων, στην οικονομική και ψυχολογική εξάντληση και τελικά στη προσπάθεια παραίτησής από τις αξιώσεις τους. Η προσπάθεια αυτή όχι μόνο δεν τρομοκράτησε τους απολυμένους αλλά τους έκανε πιο ξεκάθαρο από ποτέ, ότι αυτός ο αγώνας δεν είναι μια προσωπική υπόθεση. Με την στήριξη εργαζομένων στον κλάδου του επισιτισμού αλλά και αλληλέγγυων, οι οποίοι είναι αναπόσπαστο κομμάτι σε έναν τέτοιο αγώνα- ηθικά, υλικά και πολιτικά- θα πορεύονταν μέχρι την πλήρη δικαίωση.

Έτσι, πέραν της αυτεπάγγελτης δίωξης που ασκήθηκε από την επιθεώρηση εργασίας, οι απολυμένοι προχώρησαν στην αγωγή για την καταβολή των δεδουλευμένων και στην καταγγελία στο ικα για την μερική ή μηδενική ασφάλιση. Επιπλέον ξεκίνησε προκαταρκτική εξέταση για τις πλαστές υπογραφές που έφεραν κάποιες από τις συμβάσεις των πρώην εργαζομένων, επιβεβαιώνοντας τον ύπουλο τρόπο που λειτουργούσε η αφεντικίνα.

Δικαστικός κυκεώνας και οι πρώτες νίκες.

Τον οκτώβρη του 2018 και μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, εκδικάστηκε η έφεση της αυτεπάγγελτης δίωξης για την οποία είχε καταδικαστεί πρωτόδικα η εργοδότρια. Το δικαστήριο την έκρινε ένοχη, με ποινή φυλάκισης 6 μηνών και τριετή αναστολή (τελεσίδικη απόφαση), αναγνωρίζοντας τις ποινικές ευθύνες της για τα δώρα, τα επιδόματα άδειας και τις αποζημιώσεις άδειας που δεν καταβλήθηκαν στους 4 εργαζόμενους. Έτσι μπήκαν οι βάσεις για τη δικαίωση και στο αστικό δικαστήριο, το οποίο εκδικάστηκε τον ίδιο μήνα, την αγωγή δηλαδή των εργαζόμενων με την οποία αξιώνουν την καταβολή δώρων, επιδομάτων, αποζημιώσεις άδειας, προσαυξήσεις των υπερωριών, υπερεργασίες, κυριακές, αργίες κτλ. Η απόφαση αναμένεται σε 4-5 μήνες.

Από την άλλη μεριά, η αφεντικίνα σαν μέσο τρομοκράτησης αλλά και οικονομικής εξάντλησης έκανε, όπως προαναφέρθηκε, αγωγή στους απολυμένους και αξίωνε από αυτούς 40.000 ευρώ για τις παρεμβάσεις που έγιναν και την δυσφήμιση, που όπως επικαλέστηκε η ίδια προκάλεσαν οι απολυμένοι. Επειδή δηλαδή τόλμησαν να διεκδικήσουν τα αυτονόητα, αυτά που το δικαστήριο έκρινε ότι δεν καταβλήθηκαν ποτέ και επειδή αυτό το δημοσιοποίησαν. Το δικαστήριο έκρινε την αγωγή απαράδεκτη και ότι δεν προκύπτει τίποτα το δυσφημιστικό. Έτσι η εργοδότρια άσκησε έφεση σε μια τελευταία προσπάθεια να αποτρέψει τους απολυμένους από τις αξιώσεις τους, η οποία και θα εκδικαστεί σε ένα χρόνο περίπου.

Παρατείνεται λοιπόν με αυτόν τον τρόπο ο δικαστικός κυκεώνας της εργατικής διεκδίκησης των απολυμένων και παράλληλα καθυστερείται η πλήρης δικαίωση που θα έρθει, και θα βάλει τις βάσεις και για άλλες διεκδικήσεις εργαζομένων στη ανελέητη εκμετάλλευση που επιβάλλεται στον επισιτιστικό κλάδο.

Λάσπη, αλληλεγγύη και αλληλεγγύη.

Το διάστημα που εξελίσσεται αυτή η εργατική διεκδίκηση έχουν γίνει πολλά και έχουν ειπωθεί πολλά. Πέραν της λάσπης που έριχνε και ρίχνει η εργοδότρια, στο χορό μπήκαν ηθελημένα ή μη και άλλοι, κάποιοι από τους οποίους δεν ήταν άμεσα εμπλεκόμενοι, μα παρόλα αυτά ο καθένας με τον τρόπο του επηρεάζει καταστάσεις. Μια πρώην συνάδελφος των απολυμένων εμφανίστηκε στο πρώτο δικαστήριο και κατέθεσε σαν μάρτυρας υπεράσπισης της αφεντικίνας, λέγοντας μόνο ψέματα και ξεχνώντας να δηλώσει στο δικαστήριο οτι ζητούσε και αυτή όπως όλοι, τα δώρα που τους αναλογούσαν, παρόλο που ήταν καλή φίλη της αφεντικίνας. Δυστυχώς δεν ξαναεμφανίστηκε σε άλλες δίκες γιατί είναι δύσκολο να αντικρίζεις στα μάτια ανθρώπους που δουλεύατε μαζί και να ψεύδεσαι.

Σε άλλες δίκες εμφανίστηκαν μάρτυρες υπεράσπισης που παρουσιάστηκαν σαν πελάτες του μαγαζιού, αν και οι πρώην εργαζόμενοι τους έβλεπαν για πρώτη φορά στα δικαστήρια. Στις ένορκες καταθέσεις τους έλεγαν αοριστίες και ψέματα για εργαζόμενους και καταστάσεις που δεν γνώρισαν πιθανότατα ποτέ. Μάλιστα για ένα από τα δικαστήρια, ήρθαν μούρη με μούρη με μία από τους απολυμένους στο συμβολαιογραφείο που έκαναν τις ένορκες καταθέσεις τους. Στην παρουσία της απολυμένης αναγκάστηκαν να τις αλλάξουν, καθώς μέσα έγραφαν πως γνώριζαν την εν λόγω απολυμένη, αλλά στο συμβολαιογραφείο δεν την αναγνώρισαν. Οι ένορκες καταθέσεις τους ήταν γραμμένες εμφανώς από τον δικηγόρο της αφεντικίνας, και οι μάρτυρες υπεράσπισης δεν φρόντισαν τουλάχιστον να πούνε ψέματα που μπορούσαν να στηρίξουν.

Στα 2 τελευταία δικαστήρια εμφανίστηκαν στο πλευρό της αφεντικίνας κάποιοι από τους νυν εργαζόμενους στο κατάστημα, για να καταθέσουν πόσο φιλόπτωχη και καλή εργοδότρια έχουν και έμμεσα να καταδείξουν οτι οι απολυμένοι ψεύδονται, χωρίς να γνωρίζουν τίποτα από όσα είχαν γίνει, αλλά έκριναν μόνο από αυτά που άκουγαν από την εργοδότρια και τους γύρω της. Μπορεί να παρασύρθηκαν από τα δακρύβρεχτα λόγια ή να αναγκάστηκαν από την σχέση εξάρτησης που έχουν με την εργοδότρια. Ακόμα και στην περίπτωση που πληρωνόντουσαν καλά, λαμβάνοντας όλα τα δώρα και τα επιδόματα που τους αναλογούν, θα έπρεπε τουλάχιστον να σκεφτούν ότι αυτό είναι αποτέλεσμα των διεκδικήσεων που προηγήθηκαν. Τουλάχιστον πριν πάει κάποιος να καταθέσει εναντίον εργαζομένων που διεκδικούν τα δεδουλευμένα τους, καλό θα ήταν να ξέρει την οπτική και των δύο πλευρών, πόσο μάλλον όταν η πλευρά που καταγγέλλει, ανήκει στην ίδια τάξη με αυτόν.

Σε μία εργατική διεκδίκηση που συμβαίνει σε μία μικρή κοινωνία σαν τα χανιά, θα υπάρξουν άνθρωποι που θα στηρίξουν τον εκμεταλλευτή γιατί ανήκει στην ίδια τάξη με αυτούς ή γιατί έχουν κάποιο συμφέρον. Κάποιοι άλλοι θα στηρίξουν τους απολυμένους γιατί νιώθουν κομμάτι αυτής της τάξης ή έχουν την ταξική συνείδηση που τους ωθεί να υπερασπιστούν τον αδικημένο. Άλλοι πάλι θα μείνουν "αμέτοχοι" γιατί φοβούνται να ταυτιστούν με την μία η την άλλη πλευρά.

Καλείται λοιπόν το άμεσο ή έμμεσο περιβάλλον, εργαζόμενοι, καταναλωτές και κάθε άτομο με στοιχειώδη εργατική συνείδηση, να πάρει θέση ατομικά ή συλλογικά σε αυτήν την υπόθεση και να ξεδιαλύνει το «θολό τοπίο», που τελικά ευνοεί τις αυθαιρεσίες των αφεντικών και υποβιβάζει τον εργατικό αγώνα. Πόσο μάλλον στη συγκεκριμένη περίπτωση που αφορά ένα «εναλλακτικό» μαγαζί, σε μια μικρή πόλη, όπου το να πάρεις θέση έχει μεγαλύτερη δυσκολία λόγω καθημερινών σχέσεων αλλά παράλληλα έχει και μεγαλύτερη βαρύτητα-αξία. Σε αυτό το πλαίσιο, το να μην πάρεις θέση είναι θέση. Εργαζόμενος που θα εργαστεί σε μία τέτοια επιχείρηση εις βάρος της οποίας υπάρχει σε εξέλιξη εργατικός αγώνας, δεν μπορεί να σφυρίζει αμέριμνα και να μην διεκδικεί και αυτός. Πόσο μάλλον όταν είναι κομμάτι της εργατικής τάξης που αντιστέκεται, διεκδικεί και δεν σκύβει το κεφάλι.

Στην εποχή των μνημονίων, έχει γίνει συνήθεια στις συνειδήσεις κομματιών της κοινωνίας, η εκμετάλλευση των εργαζομένων, τα τσακισμένα εργατικά δικαιώματα, η εντατικοποίηση της εργασίας, τα ελλιπή μέτρα ασφαλείας, η ανασφάλιστη και απλήρωτη εργασία, με το φόβο της απόλυσης να υπάρχει στο μυαλό κάθε εργαζόμενου. Όλα αυτά στο όνομα της ανάπτυξης, που βάζει σε προτεραιότητα την ευημερία των αφεντικών και σε δεύτερη μοίρα τα εργατικά συμφέροντα. Ο θάνατος του 27χρονου διανομέα, παραμονή πρωτοχρονιάς στα χανιά, ο θάνατος 20χρονης εργαζόμενης από εργατικό ατύχημα σε ξενοδοχείο στα χανιά, ο ξυλοδαρμός εργαζόμενου σε ξενοδοχείο στο ηράκλειο από τραμπούκους των αφεντικών και ο ξυλοδαρμός εργαζόμενου διανομέα στη Θεσσαλονίκη από το αφεντικό του, είναι κάποια από τα πολλά περιστατικά που συμβαίνουν και δεν μπορούν να μας αφήνουν ασυγκίνητους.

Οι αγώνες χωρίς αλληλεγγύη δεν λαμβάνουν την υπόσταση που τους αρμόζει και γίνονται αδύναμοι σε σχέση με την αξία που τους αναλογεί. Ευτυχώς υπάρχουν και κομμάτια της κοινωνίας που αντιστέκονται σε αυτή την βαρβαρότητα, επικοινωνούν με τους συναδέλφους τους, αυτοοργανώνονται και καταγγέλλουν τα αφεντικά τους, οργανώνονται σε σωματεία βάσης και πρωτοβάθμια, εναντιώνονται στον γραφειοκρατικό συνδικαλισμό και στέκονται αλληλέγγυα σε κάθε αδικημένο που διεκδικεί τα αυτονόητα, βάζει σε προτεραιότητα το δίκιο των πολλών και αγωνίζεται από αυτή την πλευρά.

ΚΑΝΕΝΑΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΜΟΝΟΣ

ΤΑ ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ ΠΡΩΤΑ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΛΥΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΥΤΟΥΡΟΥΚΙ

ΓΛΕΝΤΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ / ΚΥΡΙΑΚΗ 20 ΓΕΝΑΡΗ στις 4:00μ.μ. / στο ΣΤΕΚΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων, των απολυμένων του κουτουρούκι.

αληλλέγυοι/ες από το χώρο του επισιτισμού

πηγή : https://athens.indymedia.org/post/1594817/


Στήριξη των αγώνων των εργαζομένων


--------------
«Είναι ντροπή να είσαι εργοδότης σε αυτήν τη χώρα, με τόσο πολλά δικαιώματα για τους εργαζόμενους»

(Μπολσονάρο, πρόεδρος Βραζιλίας, 2014).

Όσο μακριά και να είναι η Βραζιλία ο εκβιασμός προς τους εργαζόμενους είναι διεθνής. Στον τόπο μας, η εποχή των Μνημονίων επέφερε και επιφέρει εκτεταμένη υποβάθμιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η εκτεταμένη ανεργία καθιστά λειτουργικό τον εκβιασμό προς τους εργαζόμενους: ή λιγότερα δικαιώματα και δουλειά ή όλα τα δικαιώματα και ανεργία. Επικουρικά έρχεται η προτροπή «όλοι μία οικογένεια είμαστε» για να εσωτερικεύσει ο εργαζόμενος τις ανάγκες των επιχειρήσεων ως δικές του και να παραιτηθεί οικειοθελώς των θεσμισμένων εργατικών δικαιωμάτων.

Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει ένα σπιράλ υποτίμησης της εργασίας: τα δικαιώματα περικόπτονται με νόμους και η ανεργία και η απουσία σοβαρών και εκτεταμένων ελέγχων φροντίζει ώστε οι «κανονικές» συνθήκες στην αγορά εργασίας, τις οποίες θα πρέπει να αποδεχθούν οι εργαζόμενοι για να βρουν δουλειά, να είναι χειρότερες από τα «κουτσουρεμένα» δικαιώματα - είτε αφορά την ασφάλιση, είτε την αμοιβή είτε το ωράριο και τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας είτε το γεγονός ότι οι μισθοί μπορεί να μη φτάνουν για μία αξιοπρεπή ζωή, είτε... - και οι ίδιοι να θεωρούνται «αποστάτες» της «οικογένειας» αν διεκδικήσουν τα νόμιμα.

Η νέα «κανονικότητα» συνοδεύεται από πληθώρα εργατικών ατυχημάτων, πολλαπλασιάζονται τα φαινόμενα άμεσης τρομοκράτησης (βιαιοπραγίες και ξύλο ενάντια σε εργαζόμενους), ενισχύονται μηχανισμοί λογοκρισίας και τρομοκράτησης όπως οι αγωγές συκοφαντικής δυσφήμησης όταν οι εργαζόμενοι επιχειρούν να κάνουν γνωστά τα προβλήματα σε μία επιχείρηση, τους αγώνες τους ή τις διεκδικήσεις τους, ενώ τα συμβόλαια με ειδικούς όρους δέσμευσης των εργαζόμενων πολλαπλασιάζονται, ανάμεσα σε πολλά άλλα.

Γι' αυτούς τους λόγους, κάθε αγώνας που υπενθυμίζει ότι η τρέχουσα κατάσταση στην αγορά εργασίας είναι σε πολλούς τομείς πολύ χειρότερη ακόμη και από τα ελάχιστα νόμιμα δικαιώματα, κάθε νίκη σε αυτό τον αγώνα, είναι κέρδος για όλους τους εργαζόμενους.

Καλούμε στη στήριξη του Γλεντιού Οικονομικής Ενίσχυσης για τα έξοδα των δικών που αντιμετωπίζουν απολυμένοι εργαζόμενοι την Κυριακή 20/1, από τις 4 το μεσημέρι και μετά, στο Κοινωνικό Στέκι-Στέκι Μεταναστών, Xατζημιχάλη Νταλιάνη 5.

πηγή : https://el-gr.facebook.com/stekichania/